Γράφει η: Βάσω Γκουντή Πολιτικός Επιστήμονας με ειδίκευση στην τοπική αυτοδιοίκηση και Project Manager Eu.
Δύο χρόνια έχουν περάσει από τις εθνικές εκλογές του 2023 και ένας χρόνος από τις ευρωεκλογές του 2024, και το πολιτικό σκηνικό στην Ελλάδα φαίνεται να εισέρχεται σε μια νέα φάση μεταβατικότητας, ρευστότητας αλλά και αυξανόμενων προκλήσεων. Ένας
Νέα Δημοκρατία: Απόλυτη Πλειοψηφία Υπό Πίεση – Ορατός ο Εσωκομματικός Πόλος
Η Νέα Δημοκρατία παραμένει πρώτη δύναμη και μετά τις στις ευρωεκλογές αλλά με μία μείωση του ποσοστού της. Η εικόνα αυτή δείχνει ότι ναι μεν υπάρχει ένας προβληματισμός των ψηφοφόρων ,που είναι αναμενόμενος αν αναλογιστεί κανείς και την πάροδο των 6 και πλέον ετών εξουσίας της . Η ΝΔ μέσα σε ένα διάστημα 6 ετών κατάφερε να διαχειριστεί κρίσιμες καταστάσεις (λ.χ. Πανδημία), να περάσει κρίσιμα – διχαστικά νομοσχέδια (π.χ. γάμος ομόφυλων ζευγαριών) και να σταθεί στο ύψος των
περιστάσεων με επιτυχία. Ωστόσο όσον αφορά τη δημοσκοπική διαφορά , θα πρέπει άμεσα να ληφθούν μέτρα(λόγω χάριν για την ακρίβεια) προκειμένου το κόμμα να σημειώσει μία πιο ανοδική πορεία.

Πίσω από τη δημοκοπική διαφορά, ωστόσο, διαφαίνεται ένα άλλο, πιο δομικό πρόβλημα: η ύπαρξη ενός σταθερά διευρυμένου εσωκομματικού ρεύματος που αντιδρά στις επιλογές και το ύφος διακυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη. Ιδιαίτερα ανησυχητική, λοιπόν, είναι η ενίσχυση ενός εσωκομματικού αντιμητσοτακικού πόλου. Πρόκειται για ένα ρεύμα που δεν έχει ακόμη ενιαία πολιτική έκφραση, ένα
μωσαϊκό φωνών που περιλαμβάνει στελέχη από την καραμανλική πτέρυγα, βουλευτές με πιο πατριωτικό ή λαϊκό προφίλ, και στελέχη που θεωρούν πως το κόμμα αποξενώθηκε από τις παραδοσιακές του ρίζες.
Η δυσαρέσκεια εντείνεται συνεχώς και πλέον είναι έκδηλη. Η πρόσφατη δημόσια κριτική βουλευτών μετά τις ευρωεκλογές και οι κατ’ ιδίαν επαφές σε πτέρυγες της ΝΔ δείχνουν η κυβέρνηση δέχεται πλέον όχι μόνο εξωτερική, αλλά και εσωτερική πίεση. Οι απόψεις που εκφράζονται δεν αφορούν μόνο το εκλογικό αποτέλεσμα, αλλά και την ιδεολογική ταυτότητα του κόμματος, τον τρόπο διακυβέρνησης και την απώλεια επαφής με τη “λαϊκή δεξιά” και το πολιτικό κέντρο.
Η πρόκληση για τον Κυριάκο Μητσοτάκη είναι διπλή: να διορθώσει αυτήν την δημοσκοπική διαφορά ταυτόχρονα να επανενώσει το κόμμα, διαμορφώνοντας έναν συνεκτικό πολιτικό λόγο που θα πείθει τόσο το κοινωνικό κέντρο όσο και τις πιο συντηρητικές, πατριωτικές φωνές στο εσωτερικό της ΝΔ.
Αν επιτευχθεί αυτή η ισορροπία ,ο κίνδυνος αποσυσπείρωσης της ΝΔ στις επόμενες θα μειωθεί και το κόμμα θα μπορέσει να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και να διοικήσει με αξιοπιστία.
ΣΥΡΙΖΑ: Στάδιο Αβεβαιότητας και Κρίσης Ταυτότητας
Ένα χρόνο μετά τις ευρωεκλογές του 2024, ο ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει να βιώνει μια
παρατεταμένη κρίση ταυτότητας, στρατηγικής και ηγεσίας. Η πορεία του κόμματος από
τη δεύτερη θέση εξουσίας το 2019 στη σημερινή του κατάσταση θυμίζει καθοδική
σπείρα: απομακρυσμένος από τα κοινωνικά του ερείσματα, χωρίς σαφές ιδεολογικό
στίγμα και με αλλεπάλληλες εσωτερικές ρήξεις.
Η ανάδειξη του Στέφανου Κασσελάκη στην ηγεσία του κόμματος τον Σεπτέμβριο του
2023 υπήρξε μια τομή που υποσχόταν ανανέωση και εξωστρέφεια, αλλά τελικά κατέληξε
να επιταχύνει την κρίση. Ο Κασσελάκης δεν κατάφερε να γεφυρώσει τα χάσματα εντός
του κόμματος ούτε να διαμορφώσει μια συνεκτική πολιτική ατζέντα.
Η ήττα στις ευρωεκλογές του 2024, αποτέλεσε ισχυρό πλήγμα. Οι διαρκείς
εσωκομματικές προστριβές, η αποχώρηση ιστορικών στελεχών, οι ασαφείς
τοποθετήσεις σε κεντρικά πολιτικά ζητήματα και η απουσία κοινωνικής διείσδυσης
δημιούργησαν ένα ασφυκτικό περιβάλλον.
Τελικά, υπό την πίεση της αποτυχίας και της εσωτερικής αμφισβήτησης, ο Στέφανος
Κασσελάκης ανακοίνωσε την αποχώρησή του από την ηγεσία, αφήνοντας πίσω του ένα
κόμμα βαθιά διχασμένο, πολιτικά αποδυναμωμένο και οργανωτικά αποσυντονισμένο.
ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ: Δυναμική χωρίς Ρήξη
Το ΠΑΣΟΚ εμφανίζεται ενισχυμένο αλλά δεν έχει καταφέρει ακόμα να κεφαλαιοποιήσει
τη φθορά των άλλων κομμάτων. Το δίλημμα είναι σαφές: θα επιχειρήσει να καταλάβει το χώρο της κεντροαριστεράς με πολιτικούς όρους ή θα περιοριστεί σε έναν ρόλο «σταθερού τρίτου»;
Ένα χρόνο μετά τις ευρωεκλογές του 2024, το ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ παραμένει σε σταθερά
ανοδική τροχιά, χωρίς όμως να έχει ξεκαθαρίσει πλήρως τον πολιτικό του προσανατολισμό ή να έχει καταφέρει να κεφαλαιοποιήσει τη φθορά των άλλων κομμάτων. Το ποσοστό που έλαβε στις ευρωκάλπες του 2024 αποτυπώνει μια σημαντική ενίσχυση του χώρου, όμως τα ερωτήματα παραμένουν: πρόκειται για εδραίωση ή για «ταβάνι»;
Το ΠΑΣΟΚ δεν έχει ακόμη απαντήσει με σαφήνεια σε κρίσιμα στρατηγικά ερωτήματα:
- Θα διεκδικήσει τον χώρο της κεντροαριστεράς ως βασικός πόλος
εξουσίας ή θα περιοριστεί στον ρόλο του ρυθμιστή; - Θα επιδιώξει συγκλίσεις με τις υπόλοιπες προοδευτικές δυνάμεις ή θα
πορευτεί με λογική αυτόνομης παρουσίας;
ΚΚΕ: Σταθερότητα και Συνέπεια
Με ποσοστό του σταθερό , το ΚΚΕ επιβεβαιώνει την ανθεκτικότητά του και εδραιώνεται
ως συνεπής δύναμη της Αριστεράς. Καταφέρνει να αντλήσει ψηφοφόρους κυρίως από
τον απογοητευμένο χώρο του ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς να μεταβάλλει το πολιτικό του προφίλ.
Άνοδος της Ακροδεξιάς και των Αντισυστημικών Δυνάμεων
Η άνοδος της Ελληνικής Λύσης , της Νίκης και της Φωνής Λογικής αποτυπώνει την οργή,
την απαξίωση του πολιτικού συστήματος και την επιρροή του
συντηρητικού/εθνικιστικού αφηγήματος. Αυτή η δυναμική φέρνει στο προσκήνιο μια
ακροδεξιά πτέρυγα που πλέον διαθέτει κοινοβουλευτική και κοινωνική υπόσταση.
Συμπέρασμα
Η Ελλάδα εισέρχεται σε μια νέα πολιτική φάση. Υπάρχει μία κρίση αξιοπιστίας του πολιτικού συστήματος, η αποχή διευρύνεται, η ενίσχυση των «αντισυστημικών» και η αναζήτηση νέων πολιτικών εκφράσεων δείχνουν ότι ο μεταπολιτευτικός χάρτης βρίσκεται σε καθεστώς αλλαγής και συνεχόμενων εξελίξεων.
Το ζητούμενο είναι ποιος μπορεί να επανασυνδέσει την πολιτική με την κοινωνία, καθώς δυστυχώς υπάρχει μία απομάκρυνση του πολίτη από τα πολιτικά δρώμενα. Το επόμενο διάστημα θα είναι καθοριστικό για τη δημοκρατική ποιότητα του δημόσιου διαλόγου στη χώρα αλλά και για τις πολιτικές εξελίξεις.
Το πολιτικά κόμματα με πρωτοπόρο το Κυβερνόν, οφείλουν να ανανεώσουν την εμπιστοσύνη τους στο λαό κάνοντας εσωτερικές αλλαγές , παίρνοντας κρίσιμες αποφάσεις για την πορεία τους αλλά πλέον, περισσότερο από ποτέ καθίσταται αναγκαία η ανανέωση των πολιτικών προσώπων προκειμένου να αναχαιτιστούν τα κόμματα και να υλοποιηθούν οι ιδέες τους, μειώνοντας έτσι τις φθορές και την αποχή των πολιτών.
Ένας Ένας Ένας Ένας Ένας Ένας Ένας Ένας